Νιώθει πως απόψε η ζωή του δεν ζητάει σκοπό. Πως αυτά που μέσα του περιμένει ακλόνητα και αδέκαστα, αντιστέκονται με βαθιά κρυφά οφέλη και δεν συμβαίνουν. Την κοιτάει δίπλα του να κοιμάται, αισθάνεται την ερημιά της όλη, μαζεμένη απάνω στο όμορφο κορμί της, βλέπει τον γκρινιάρη εαυτό της γαντζωμένο επάνω της να την βαραίνει, να την παραπλανά να την κάνει να αισθάνεται άστοχη και άσκοπη, να μπαίνει στα όνειρα της και να τα ματαιώνει. Απλώνει το χέρι του στο κοιμισμένο κορμί της, τρυφερά το ταξιδεύει απ' την Ανατολή στη Δύση, από την κορυφή στο βάθος των κυμάτων της, διασχίζει τους ορίζοντές της και ψάχνει την σωτηρία του, η ζεστή της ενέργεια τον τυλίγει και το δωμάτιο έγινε το πιο όμορφο μέρος στον κόσμο και η νύχτα έγινε η πιο στολισμένη, μοναχός του ψάχνει μια στενοχώρια να στριμωχθεί, μαζί της είναι ελεύθερος και όταν είσαι ελεύθερος είσαι παντού. Αφέθηκε στην πλήρωσή του και αποκοιμήθηκε.
Η μέρα περνά μέσα απ την κουρτίνα και κάνει τα πάντα πιο γνώριμα, οι αναδρομές και τα όνειρα της ψυχής αφήνουν τα ίχνη τους και χάνονται μες στις ακτίνες του ήλιου, την κοιτά ξαπλωμένη δίπλα του, σαν την γνώριμη κορυφογραμμή των τοπίων που ονειρεύτηκε, η ανάσα της ζωή του, την έχει αγγίξει, έχει καθοδηγήσει τον βαθύτερο σπασμό της, ξέρει τι θα του πει μόλις ξυπνήσει, ξέρει πως πίνει τον καφέ της, ξέρει τι θα τον ρωτήσει, ξέρει τόσα γι αυτήν και όμως δεν την ξέρει, ποτέ δεν θα την μάθει και αυτή είναι η μαγεία της, την εικόνα της γνωρίζει και τον ίλιγγο του να είναι μαζί της, είναι μια ξένη στις οποίας τα σκοτάδια βυθίζει τα θεμέλια της κάθε μέρας του. Όσο ερωτεύεται τόσο πιο ελκυστικά ξένη του φαίνεται και όσο αφήνεται να πέσει με ειλικρίνεια μέσα της τόσο αντιλαμβάνεται το δίχως πέρατα σύμπαν της.
Σηκώθηκε και ντύθηκε, ας το πάρει απόφαση και να απογοητευθεί, βέβαια όσο εύκολο είναι να γοητεύεσαι τόσο δύσκολο είναι να απογοητεύεσαι γιατί η απογοήτευση, η ανέλπιδη, είναι μια έξοδος προς την ελευθερία και η ελευθερία θέλει αρετή και τόλμη και κυρίως κουράγιο. Άπλωσε το χέρι του να την αγκαλιάσει, την ένοιωσε μακρινή και παγωμένη να προδίδει τόσο γρήγορα τις υποσχέσεις της η έστω τις προσδοκίες του, όσο εκείνος την αποζητούσε τόσο σ' εκείνη μεγάλωνε η επιθυμία να τον τιμωρήσει, να τον εκδικηθεί, προτιμούσε να βυθιστεί στη πίκρα της παρά στην αγκαλιά του.
Βγήκαν από το ξενοδοχείο και πήγαν στο μοναδικό καφενείο του χωριού για πρωινό, μαζί κάτω από τον πλάτανο που όλο το βράδυ άκουγαν τα φύλλα του να μιλάνε με τον αέρα. Η μυρωδιά του ζεστού καφέ τον κυρίευσε και τον έκανε να αποκτήσει επίγνωση του εαυτού του. Αισθανόταν δυνατός και ελεύθερος, έριξε την ματιά του απάνω της, τυλιγμένη από τη ζέστη των ρούχων της αντιστεκόταν σε όποιες μεταμορφώσεις την καλούσαν οι ατμοί από το τσάι της. Την κοίταζε και νοσταλγούσε ότι κάποτε μέσα του ήταν θάλασσας κύμα και τώρα είχε βρει ένα άγχος για να φυλακιστεί. Αλήθεια πόσα πράγματα μέσα μας πονούν σέρνονται και αναστενάζουν εξόριστα από την χαρά της ύπαρξης.
Είχαν φύγει από την πόλη, για να αποφύγουν την ένταση και την θλίψη τους, να αποφύγουν τις ανάγκες τους. Οργάνωσαν αυτό το τριήμερο για να ξεφύγουν, για να είναι μαζί, να μοιραστούν κάτι ανέμελο και να χαρούν. Υπήρχε μια φιληδονία στη σχέση τους που δεν ήθελαν και οι δύο να την παραδεχτούν, οι αισθήσεις είναι πανίσχυρες και απέραντες, γλιστρούν παντού σε όλες τις γωνιές μας και διαβρώνουν τα πάντα, τίποτα μέσα μας δεν μένει ανέγγιχτο. Εκείνος την ποθούσε, ακόμα και από το τηλέφωνο που μιλούσαν δεν τον ενδιέφερε τόσο αυτό που έλεγαν όσο ότι μπορούσε να την αγγίξει με τον ήχο, κυλιόταν στην ανάσα της, στο γέλιο της, στις σιωπές της, τον ισοπέδωνε η ικανοποίηση, ήταν αχόρταγος για κείνη και έβαζε το ήταν από φόβο, δεν έλεγε είμαι μη το ακούσει και χαθεί σαν σε ρουφήχτρα ανομολόγητου πόθου. Βλέπεις σκέφτηκε στα ανομολόγητα βρίσκεται η ουσία της ζωής. Και εκείνη με το όμορφο χαμόγελο και το μαγευτικό βλέμμα με τα ανομολόγητά της γρονθοκοπείται, κλωτσάει και χτυπιέται και αν δείχνουν καμιά φορά πως νικιούνται και πέφτει ο τοίχος πάλι σε προθάλαμο βρίσκεται, παγιδευμένη σε αίθουσα αναμονής.
Έξω άρχισε να βρέχει, άρχισαν τα νερά να τρέχουν ασταμάτητα, τα τζάμια του καφενείου είχαν θολώσει, οι λιγοστοί θαμώνες δεν έδειξαν να ανησυχούν, όταν ξαφνικά άνοιξε η πόρτα και μπήκε στάζοντας, κοντοστάθηκε και τίναξε με υπεροψία τις σταγόνες από πάνω του, παλιόκαιρος μουρμούρισε, -Το συνηθισμένο κυρ αστυνόμε; του είπε η σερβιτόρα - Κάντο διπλό είπε μέσα απ' τα δόντια του εκείνος σαν να μουρμούριζε σαν να αναθεμάτιζε.
Το ζευγάρι κοιτάχτηκε, δεν τον ήξεραν αλλά ήταν σίγουροι ότι τον ήξεραν. -Τον ξέρεις; - Όχι, αλλά κάτι μου θυμίζει έντονα.
Η αύρα του ξένου, ανακάτεψε για λίγο τα συναισθήματά τους ώσπου να ολοκληρώσουν τους εσωτερικούς τους ρόλους οι σκέψεις τους κυρίευσαν. Βαθιά μέσα μας λαχταράμε να υπάρχει δικαιοσύνη ακόμα και αν μας βρει ένοχους είναι καλύτερα από το να μας επιτρέπονται τα πάντα δίχως συνέπειες, να ατακτούμε δίχως τιμωρία, είναι σκληρή η αδιαφορία του Σύμπαντος, όπως με τα παιδιά αν δεν τα μαλώσει κάποιος αποθρασύνονται και πεισμώνουν, γίνονται βίαια από παράπονο και μετά μεταμορφώνουν τους εαυτούς τους στην αναζήτηση της ανάγκης τους για αγάπη και καταστρέφουν με πολλούς τρόπους τον εαυτό τους στην αναζήτηση της τιμωρίας των γονιών τους.
Εκείνος μάζεψε τις σκέψεις του πιο γρήγορα, κοίτα της είπε σ΄ αγαπώ, η γνώμη σου μετράει ότι και αν κάνω, το γούστο σου ζυγίζει ότι και αν κοιτώ, μαζί σου κολυμπάω όλο και πιο βαθειά τις αισθήσεις μου μέσα σου, προσκολλώ το σώμα και τον νου άμετρα στα δικά σου, βλέπω μόνο εσένα και είμαι τυφλά αδιάφορος σε ότι ξεπερνάει τα όρια απ' το άρωμά σου, όταν σε θέλω ένας απροσδόκητος εαυτός αναγεννιέται και βάζει ζωή στο χρόνο και συ τόσο απασχολημένη με τον εαυτό σου και τις εικόνες σου συγκεντρώνεις άλλοθι και εξαλείφεις τα αποτυπώματα, φορώντας γάντια για να μην μείνουν ίχνη, προσέχεις τις λέξεις και τα σημάδια. Όταν είσαι κοντά και θες να πας κοντύτερα αλλά δεν αντέχεις τι κάνεις; Δημιουργείς ένταση που με την σειρά της δημιουργεί απόσταση έτσι μετά ακάθεκτα ξαναγυρίζεις στο κοντά που ήσουν πριν μόνο που τώρα σου φαίνεται καινούργιο και κυρίως σου αρκεί, κάτι σαν ψυχικό jumping.
-Μα τι λες, κοίτα, κοίτα με προσοχή τον αστυνόμο δεν είναι αυτός που...
Συνεχίζεται
2 σχόλια:
και μετά?
Ποιός? Θα με σκάσεις
Α.
Δημοσίευση σχολίου