ΑΝΕΛΚΥΣΤΗΡΑΣ

Ανέβαιναν μαζί, o βόμβος του ανελκυστήρα τους ακολουθούσε.
Του έριξε μια λοξή ματιά, να δει αν την κοίταγε.
Όλη του η ζωή πάνω στα ρούχα του, σκυφτός κοίταγε τις σκονισμένες μύτες των παπουτσιών του, σχεδόν ακουγόταν η καρδιά του που χτύπαγε γρήγορα.
Η σιωπή πλημμύριζε τον χώρο ανάμεσα τους , σαν πρωτοχρονιές περνούσαν οι όροφοι σε λίγο θα έφταναν και ότι τους ένωνε θα χανόταν για πάντα.
Το βλέμμα του τη πασπάτεψε ολόκληρη, δεν άφησε κανένα σημείο του κορμιού της, που να μη το αγγίξει αδιάντροπα όσο εκείνη έψαχνε κάτι στο τσαντάκι της. Μύρισε τ' άρωμά της και μια γλυκιά αίσθηση φούσκωσε ευχαριστημένα το στήθος του. Με μια χαδιάρικη κίνηση του γύρισε τον ώμο και αναδύθηκε από την αφάνεια η πλάτη της καθώς το μπλουζάκι λοξοδρόμησε και αποκάλυψε τα δέρμα της μέχρι εκεί που 'φτανε το μάτι του. Η παρουσία της, του είχε επιβραδύνει τη σκέψη, άπλωσε αργά το χέρι του και την άγγιξε. Εκείνη γύρισε τον κοίταξε, τον άφησε να χαθεί μέσα στο βλέμμα της και μέσα στο στήθος της. Θα 'θελε να της έκανε έρωτα, έτσι σαν να‘ταν αποπλανημένη, δοσμένη, σαν κοιμισμένη, χωρίς να το πάρει είδηση η λογική της και την εμποδίσει. Στάθηκε μπροστά της, το κορμί του, την ήθελε απαιτητικά. Σήκωσε απαλά και αποφασιστικά το μπλουζάκι, μέχρι που ξεσκέπασε εντελώς το στήθος της. Άφησε και την φούστα της να πέσει και έκλεισε ηδονικά τα μάτια της. Τη θαύμαζε, ολόγυμνη. Ήταν όνειρο. Πτυχώσεις, γωνίτσες, παχάκια, σημάδια, αξιαγάπητα και ποθητά σημεία, που ίσως η ίδια τα μισούσε.
Το κορμί του την έδειχνε έντονα, πιεστικά, την ήθελε όμηρο, αιχμάλωτη, να εισχωρήσει μέσα της βαθειά να μην μπορέσει να αντισταθεί και να του αποκαλύψει το είναι της. Της χάιδεψε την κοιλιά, και πιο χαμηλά, αισθάνθηκε ν’ ανοίγει σιγανά τα πόδια της, αχόρταγα την πολιόρκησε με τον πόθο του και κατάφερε, σιγά, απαλά, ακάθεκτα να γλιστρήσει μέσα της. Στην αρχή, η υγρή θέρμη κι η ελαφριά πίεση της, ήταν σα ράπισμα στο κορμί του θέλησε να ορμήσει και να επιταχύνει, μα συγκρατήθηκε... Εκείνη είχε κλειστά τα όμορφά της μάτια κι έδειχνε να φεύγει σε όμορφους ηδονικούς γαλαξίες, τυλίγοντας υπέροχα με το κορμί της, τον ερεθισμό του. Την αγκάλιασε ολάκερη, την έκλεισε στα χέρια του κι έστειλε το στόμα του να ψάξει κάθε σημείο της.
Αυτή η αβεβαιότητα της στιγμής, οι παθιασμένες σκέψεις, τα φιλιά, το βουητό του ανελκυστήρα, τα ιδρωμένα κορμιά , τους έκαναν δραπέτες στο ίδιο τους το είναι. Οι ανάσες τους είχαν ταχύνει, και οι κινήσεις τους το ίδιο, έσφιγγε μέσα της τον ανδρισμό του, περιμένοντας να κυριευτούν από το ανεξέλεγκτο. Τα βογγητά της, ήταν εισιτήρια για τόπους αισθησιακούς πρωτόγνωρους, τη διευκόλυνε, κάνοντας την κίνηση πιο γοργή, πιο έντονη, πιο επίμονη, πιο λαχανιασμένη.
Ένιωθε πως κι εκείνη ήτανε κοντά κι αυτό τον μάγευε είχε ανασηκώσει σε τόξο το σώμα της, σαν να ήθελε να έρθει ακόμα πιο κοντά, δεν άντεχαν πια. Το κύμα της τον κυρίευσε.
Σκόρπισαν για μια στιγμή σε χιλιάδες άτομα, που ξεχύθηκαν αλλεπάλληλα στο διάστημα, πέσανε παντού, και μείνανε σιωπηλοί και λαμπυρίζοντες μάρτυρες, της απελευθέρωσης από την ύλη και τις δεσμεύσεις της, σαν κομμάτια ενός πάζλ που μπερδεύτηκαν και ενώθηκαν με ολόκληρη την ζωή τους, δεν υπήρχε τίποτα ούτε χώρος ούτε χρόνος.
-Θα βγεις?
-Πως ?
-Θα βγεις, 5ος, είμαστε στον 5ο

Τον παραμέρισε, και εκνευρισμένη βγήκε από το ασανσέρ φτιάχνοντας με μια μικρή κίνηση τα μαλλιά της.
Εκείνος έμεινε να την κοιτάει αχόρταγα, ο ήχος απ’ τα τακούνια της όπως απομακρυνόταν στον διάδρομο τον επανέφερε, έφτιαξε το παντελόνι του και πάτησε το κουμπί για τον 6ο.


Β.

Δεν υπάρχουν σχόλια: