Οδυγγέλεια 4 Αναθεώρηση

Ο Οδυγγέλης κοίταγε την αναμνηστική φωτογραφία από την παραλία του νησιού των Φαιάκων όταν έφτασε εξαντλημένος ναυαγός και συνάντησε την Ναυσικά, συγκινήθηκε (τόχε εύκολο το δάκρυ ο άτιμος).
Από που έρχεται αυτή η λάβα που καίει τα σωθικά μου, αυτή η τρέλα που φυσάει μέσα μου.
Αχ !να μπορούσα να κλέψω την Ναυσικά και να την πάω στην λαμπερή χώρα των είκοσι χρόνων, να την πάρω γυμνή από τα δυσβάσταχτα και γκρίζα τοπία και να την ταξιδέψω στην ανεμελιά του είναι της.
Δεν ξέρω την σκέφτομαι και η καρδιά μου τρέχει σαν την βροχή πάνω στο τζάμι.
Τότε πήρε ένα SMS από την θεά Αθηνά "Ξύπνα Οδυγγέλη, πολύ ομίχλη μαζεύτηκε στο μυαλό σου, άντλησε το μάθημα απ' το πάθημα και φέρσου σαν άντρας όχι σαν ήρωας".
Τι λες μωρή καργιόλα, θεά του κώλου, εσύ δεν με έβαλες σε αυτές της περιπέτειες έχεις και λόγο τώρα. Εσύ δεν μου πες πως η μοναξιά είναι αφόρητη, σε μαχαιρώνει όπου σε βρει και σε σβήνει απ' τον κόσμο στάλα στάλα. Εσύ δεν μου πες πως αν δεν φωτιστούν οι σκιερές γωνιές του μυαλού, ο εγωισμός και μοναξιά γεννούν την εγκατάλειψη που δεν αντιμετωπίζεται με πονηριές και λόγια. Εσύ δεν μου πες όταν κοιτάζομαι στον καθρέπτη να μην καταγράφω μόνο τον παλιό μου εαυτό και να μην τον κοιτάω με βλέμμα ποτισμένο από κραυγές, οτι η αγάπη χτίζει, δεν γκρεμίζει. Να μην φυλακίζω μέσα μου ότι αισθάνομαι και μετά παρασύρομαι απ' τα ποτάμια της συγκίνησης. Για πια παθήματα και μαθήματα μιλάς τώρα. Αφού το ξέρεις πως παρέδωσα τα όπλα στον έρωτα, μου τα πήρε απ' τα χέρια και τα άφησα, με αφόπλισε, ούτε μια μικρή αντίσταση μια μικρούλα μάχη, τίποτα. Άσε μου τουλάχιστον τα όνειρα, εκεί επιτρέπονται όλες οι αποχρώσεις της πραγματικότητας. Άσε με να πιω το χρώμα τους να πλανηθώ. Να δω τι αξίζω να ζω.
Οδυγγέλη μη κάνεις πως δεν καταλαβαίνεις του είπε η Θεά Αθηνά. «Its simple, θα ξέρεις ότι πήρες το μάθημά σου όταν αλλάξουν οι πράξεις σου, όσο δεν μαθαίνεις ο πόνος θα γίνεται ισχυρότερος.»
Σκεφτικός ο Οδυγγέλης περπάταγε στην παραλία προσπαθώντας να συνηθίσει αυτό που οι σκέψεις, του μετέφεραν. Αρνιόταν να καταρρεύσει. Κάθισε στο γιαλό, ακούμπησε την πλάτη του σε ένα βράχο και άφησε τα πόδια του να του τα χαϊδεύει το κύμα και τους ώμους του η Αθηνά με θεϊκή ικανότητα.
Σκέφτηκε τα μαθήματα, τα παθήματα, την δυσκολία, τον πόνο, την Ναυσικά και αυτά που του έλεγε για την ζωή της, πως στην προσπάθειά της να προστατεύσει τον εαυτό της από βαθύ πόνο, συχνά βούλιαζε και αυτή στην απόγνωση, αρνιόταν να καταρρεύσει και έτσι να αποδεχθεί το καινούργιο, έμενε πιστή στο μάθημα που είχε εμπεδώσει από μικρή, ότι εκείνη έπρεπε να είναι άτρωτη, ψύχραιμη δυνατή και με τίποτα ευάλωτη για να μην αποκαλυφθούν οι αδυναμίες των γονιών της.
Το σώμα της βέβαια τα ήξερε όλα αυτά και την οδηγούσε προς τα βαθιά μέσα της θαμμένα συναισθήματα. Θέλω να είμαι αληθινή έλεγε όχι ψύχραιμη, τους γονείς μου τους συγχωρώ για τις αδυναμίες τους, όχι όμως για το ότι μου τις φόρτωναν εμένα. Πώς να ανακαλύψω ωκεανούς αν δεν μπορώ να αφήσω την στεριά.
Ατενίζω το σύμπαν και αναριγώ, τι είμαι; Ένα μοναχικό τιποτένιο φωτεινό σημαδάκι μέσα σ’ ένα άπειρο σύνολο από σημαδάκια δηλαδή ένα τίποτα και ένα τίποτα μαζί με την μοναξιά τι κάνει, ω θεοί, τι κάνει;
Ο Οδυγγέλης θα προτιμούσε να αντιμετώπιζε, τον Πολύφημο, η την Σκύλα και την Χάρυβδη παρά την ματαίωση, όμως την αγαπούσε και της απάντησε , "Ανήκουμε Ναυσικά ,ανήκουμε, σε μας, και σε αυτούς που επιλέγουμε, το Σύμπαν σβήνει χωρίς τον αγώνα μας και όλοι μαζί, παλεύουμε για αυτά που αγαπάμε, για το γάργαρο γέλιο μας, για να υπάρχει η ματιά μας, απαξ και αλείφτηκε η ψυχή μας με αγάπη την τιμάμε, ζούμε και χρωστάμε τρυφερότητα. Παλεύουμε τη δυστυχία γιατί στην ευτυχία δεν υπάρχει τίποτα να παλέψεις.




Συνεχίζεται...

Δεν υπάρχουν σχόλια: